Η πράσινη επανάσταση ή αλλιώς η τρίτη γεωργική επανάσταση τοποθετείται χρονικά μεταξύ της δεκαετίας του 50 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1960. Το αποτέλεσμα αυτής της επανάστασης, ήταν η αύξηση της αγροτικής παραγωγής παγκοσμίως. Η επιτυχία της βασίστηκε στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης και της δημιουργίας ποικιλιών δημητριακών υψηλών αποδόσεων και ειδικότερα ποικιλιών ρυζιού και σιτηρών.
Ακόμη η συμβολή της χημικής βιομηχανίας με την σύνθεση και την εισαγωγή φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων στη γεωργική πρακτική, η ελεγχόμενη χρήση νερού με την κατασκευή υποδομών για την άρδευση των καλλιεργειών και τέλος η υιοθέτηση νέων μεθόδων καλλιεργητικής πρακτικής σε συνδυασμό με την χρήση σύγχρονων γεωργικών μηχανημάτων και την καθετοποίηση της παραγωγής, έδωσαν επιπλέον ώθηση στην αγροτική παραγωγή.
Ο πατέρας της πράσινης επανάστασης θεωρείται ότι ήταν ο Norman Borlaug ο οποίος και τιμήθηκε με Nobel Ειρήνης το 1970 από την Νορβηγική επιτροπή Nobel. Στο πρόσωπο του Borlaug συμπυκνώθηκε όλη αυτή η προσπάθεια που ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 50, με χρηματοδότηση από τα ιδρύματα Ford και Rockefeller, αρχικά στο Μεξικό και στην συνέχεια στις Φιλιππίνες, Ινδία και Βραζιλία. Η Νορβηγική επιτροπή Nobel έκρινε ότι η βασική προσέγγιση στην δημιουργία υψηλών αποδόσεων σιτηρών, η ανάπτυξη αρδευτικών υποδομών, η εισαγωγή φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων, καθώς και η διανομή των υβριδισμένων σπόρων, λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών προϊόντων στους καλλιεργητές, έσωσε δισεκατομμύρια ανθρώπους από την πείνα.
Η γενέτειρα της πράσινης επανάστασης θεωρείται το Μεξικό. Όλα ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Manuel Avila Camacho, με την υποστήριξη της Αμερικανικής κυβέρνησης, της διεθνούς οργάνωσης τροφίμων και γεωργίας (FAO) και του ιδρύματος Rockefeller. Για την Αμερικάνικη κυβέρνηση το γειτονικό Μεξικό, ήταν ένα σημαντικό πειραματικό μοντέλο για το πώς η χρήση της τεχνολογίας σε συνδυασμό με την σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση στην αγροτική παραγωγή, θα μπορούσε να αναμορφώσει την αγροτική παραγωγή παγκοσμίως. Το Μεξικό κατέβαλλε συντονισμένη προσπάθεια για να εκσυγχρονίσει την αγροτική του παραγωγή με διάφορες παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες.
Μια από αυτές ήταν το 1943, όπου η Μεξικανική κυβέρνηση δημιούργησε και χρηματοδότησε το Διεθνές Κέντρο Βελτίωσης Καλαμποκιού και Σιτηρών (CIMMYT), το οποίο κάτω από την επιστημονική καθοδήγηση του Norman Borlaug έγινε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα γεωργικής έρευνας παγκοσμίως. Η πράσινη επανάσταση που επιτεύχθηκε στο Μεξικό, λειτούργησε ως μοντέλο ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής στην ευρύτερη περιοχή της Λατινικής Αμερικής. Το μοντέλο αυτό ακολουθήθηκε και από χώρες της Ασίας (Φιλιππίνες, Ινδία). Τέλος έγιναν προσπάθειες να εφαρμοστεί και στην Αφρικανική Ήπειρο χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία.
Το 1960 η κυβέρνηση των Φιλιππίνων σε συνεργασία με το ίδρυμα Ford και Rockefeller δημιούργησαν το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας Ρυζιού (IRRI). Στόχος του ινστιτούτου ήταν η δημιουργία υψηλών αποδόσεων ρυζιού. Το 1966 η προσπάθειες του ινστιτούτου απέδωσαν υστέρα από συνδυασμό διαφορετικών ποικιλιών ρυζιού που είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία μια νέας ποικιλία ρυζιού της IR8. Η ποικιλία IR8 απαιτούσε τη συστηματική χρήση λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την επίτευξη υψηλών αποδόσεων. Η επιτυχία της ποικιλίας IR8 ήταν τόσο μεγάλη, που μέσα σε δυο δεκαετίες αύξησε την ετήσια παραγωγή ρυζιού των Φιλιππίνων από 3.7 εκατομμύρια τόνους σε 7.7 μετατρέποντας τις Φιλιππίνες σε εξαγωγέα ρυζιού για πρώτη φορά μέσα στον 20 αιώνα.
Υστέρα από πρόσκληση του Ινδού υπουργού γεωργίας στον Norman Borlaug, επισκέφθηκε την Ινδία, που ήδη από το 1961 αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα στην αγροτική της παραγωγή με αποτέλεσμα να βρίσκεται στο χείλος της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής, ενώ παράλληλα ο κίνδυνος εμφάνισης λιμού ήταν υπαρκτός. Η επίσκεψη αυτή, ήταν το επιστέγασμα της συνεργασίας της Ινδικής κυβέρνησης με το ίδρυμα Ford και το Διεθνές Κέντρο Βελτίωσης Καλαμποκιού και Σιτηρών. Η συνεργασία αυτή προέβλεπε την εισαγωγή σπόρων από το Διεθνές Κέντρο Βελτίωσης Καλαμποκιού και Σιτηρών και την πιλοτική τους εφαρμογή στην πόλη Punjab.
Η Ινδία ακολούθησε το μοντέλο της πράσινης επανάστασης δημιουργώντας προγράμματα γενετικής βελτίωσης σπόρων, τη δημιουργία υποδομών και την χρηματοδότηση χημικών βιομηχανιών για την παραγωγή φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων. Παράλληλα υιοθέτησε την ποικιλία ρυζιού IR8 από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνάς Ρυζιού μετατρέποντας την Ινδία ως έναν από τους σημαντικότερους εξαγωγείς ρυζιού παγκοσμίως. Στις αρχές του 1960 η Ινδία παρήγαγε 2 τόνους ανά εκτάριο και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 90 η παραγωγή ρυζιού είχε εκτιναχθεί στους 7 τόνους ανά εκτάριο. Η επιτυχία του IR8 στην Ασία ήταν τόσο μεγάλη που αποκαλείται ως και σήμερα «το θαυματουργό ρύζι».
Τέλος άλλη μια χώρα στην οποία αξίζει να γίνει αναφορά είναι η Βραζιλία. Η κυβέρνηση της Βραζιλίας ζήτησε την συμβολή του Norman Borlaug για την μετατροπή μιας αχανούς έκτασης στο εσωτερικό της χώρας σε καλλιεργήσιμη. Η Περιοχή Cerrado (Κόκκινο χρώμα στο χάρτη) που εκτείνεται σε μια έκταση περίπου 2.000.000 km2 ήταν μια άγονη και ακατάλληλη περιοχή για γεωργική εκμετάλλευση, λόγω του όξινου pH και του φτωχού σε θρεπτικά στοιχεία προφίλ του εδάφους. Η λύση που προτάθηκε ήταν αύξηση του pH του εδάφους με την προσθήκη τεράστιων ποσοτήτων ανθρακικού ασβεστίου, μια προσπάθεια που κράτησε για δεκαετίες. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 90 για την αύξηση του pH του εδάφους ενσωματωνόταν κάθε χρόνο περίπου 16 εκατομμύρια τόνους ανθρακικού ασβεστίου. Ως αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας, ήταν η Βραζιλία να γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας σόγιας στο κόσμο. Επιπλέον η σόγια που χρησιμοποιείται ευρέως για την παραγωγή ζωοτροφών, ακολούθως έδωσε ώθηση στην κτηνοτροφία μετατρέποντας την Βραζιλία στον μεγαλύτερο εξαγωγέα βόειου κρέατος και πουλερικών.
Οι προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς να υιοθετηθούν αντίστοιχα προγράμματα στην Αφρικανική Ήπειρο με αυτά που εφαρμόστηκαν με επιτυχία στο Μεξικό, στην Ινδία, στην Βραζιλία και στις Φιλιππίνες δεν ευοδώθηκαν. Οι λόγοι της αποτυχίας των προγραμμάτων είναι πολλοί, συμπεριλαμβανομένων της διαφθοράς των κρατικών λειτουργών, της έλλειψης σταθερότητας, της απουσίας υποδομών καθώς και το μειωμένο ενδιαφέρον από τις κυβερνήσεις της Αφρικανικής Ηπείρου. Εκτός από τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα των Αφρικανικών χώρων, περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως το έντονο ανάγλυφο της Ηπείρου, η ποικιλομορφία των εδαφών και η έλλειψη νερού λειτουργήσαν προσθετικά για την αποτυχία των προγραμμάτων.
Πηγές:
1.Hazell, Peter B.R. (2009). The Asian Green
2.Gary Toenniessen et al. “Building an alliance for a green revolution in Africa.” Annals of the New York academy of sciences 1136.1 (2008)
3.David Barkin, “Food Production, Consumption, and Policy” (1977)
4.University of Minnesota. 2005.”Borlaug and the University of Minnesota”
5.Time magazine “Rice of the Gods”. 14 June 1968.
6.Rowlatt, Justin (1 December 2016). “IR8: The miracle rice which saved millions of lives”
7.Groniger, Wout (2009). Debating Development – A historical analysis of the Sasakawa Global
8.Project 2000 in Ghana and indigenous knowledge as an alternative approach to agricultural development. (3 March 2012)
Λογοθέτης Δημήτρης
Γεωπόνος