Η κορυφοξήρα οφείλεται στο μύκητα Phoma tracheiphila, που πολλαπλασιάζεται με σπόρια που σχηματίζονται είτε μέσα σε πυκνίδια, πυκνιδιοσπόρια, είτε σε ειδικά σχηματισμένες υφές τα φιαλίδια, φιαλιδοσπόρια. Ακόμη μέσα στα αγγεία του ξύλου σχηματίζεται μια άλλη μορφή σπορίων τα θαλλοσπόρια.
Η κορυφοξήρα είναι η πιο επικίνδυνη ασθένεια των εσπεριδοειδών στη λεκάνη της Μεσογείου και πρωτοεμφανίστηκε/διαγνώστηκε στην Ελλάδα.
Η συγκεκριμένη ασθένεια προσβάλει όλα τα είδη των εσπεριδοειδών. Σε άλλες ποικιλίες εντονότερα και σε άλλες όχι τόσο πολύ. Από τα καλλιεργούμενα ήδη κυρίως σοβαρές συνέπειες υπόκειται η λεμονιά και το περγαμότο. Η πορτοκαλιά, η μανταρινιά και ο βοτρυόκαρπος (γκρέιπφρουτ) προσβάλλονται λιγότερο.
Τα συμπτώματα ξεκινάνε από τα φύλλα της κορυφής όπου κιτρινίζουν τα νεύρα και αργότερα το έλασμα, με συνέπεια τη φυλλόπτωση. Οι βλαστοί στο πάνω μέρος γίνονται χλωρωτικοί ή παίρνουν καστανό μεταχρωματισμό και στη συνέχεια η ασθένεια αποξηραίνει όλο το βλαστό με ελάχιστα φύλλα επάνω. Η ασθένεια έχει αργεί κίνηση και μεταδίδεται προς τα κατώτερα στρώματα σε βάθος χρόνων. Τα προσβεβλημένα δέντρα παράγουν λιγότερους καρπούς.
Τα πυκνίδια του μύκητα σχηματίζονται πάνω στους προσβλημένους ξηρούς βλαστούς. Όταν διαβραχούν διογκώνονται και εξέρχονται τα πυκνιδιοσπόρια που προκαλούν τις μολύνσεις. Το παθογόνο μπαίνει από πληγές που δημιουργούνται στα δένδρα από διάφορες αιτίες όπως χαλάζι, παγετός, κλάδεμα, ουλές φύλλων, ουλές καρπών κ.α.
Για την αντιμετώπιση της ασθένειας στους προσβλημένους εσπεριδοειδώνες συνιστώνται τα παρακάτω:
Η ασθένεια προκαλείται από μύκητες του γένους Phytophthora και κυρίως τα είδη Ρ. citrophthora και P. parasitica δευτερευόντως από τα είδη P. syringae και P. hibernalis.
Το πρώτο είδος ευνοείται από χαμηλότερες θερμοκρασίες, περίπου 25°C και το δεύτερο από υψηλότερες, περίπου 27-30°C. Τα παθογόνα ευνοούνται από την υγρασία κοντά στο λαιμό του δέντρου και γιαυτό το φαινόμενο παρατηρείται στα αγροτεμάχια με κακή στράγγιση του εδάφους. Οι ευνοϊκότερες εποχές για μόλυνση είναι το φθινόπωρο και η άνοιξη.
Σήψη του λαιμού. Στα προσβλημένα δένδρα ο φλοιός σε κάποιο σημείο του λαιμού σαπίζει, αποκτά καστανό μεταχρωματισμό και παρατηρείται άφθονη έκκριση κόμεος.
Σήψη του δένδρου κάτω από το έδαφος. Παρατηρείται σήψη συνήθως περισσότερο εκτεταμένη παρά στην περίπτωση του λαιμού και η έκκριση κόμεος είναι λιγότερο εμφανής. Το προσβλημένο μέρος προσβάλλεται από διάφορα δευτερογενή παθογόνα.
Σήψη των ριζών. Σαπίζει ο φλοιός των λεπτών ριζών των δένδρων και αποκολλάται εύκολα σαν σωλήνας από τον κεντρικό κύλινδρο. Ακολουθεί προοδευτική καχεξία και τέλος ολική ξήρανση.
Για την ανπμετώπιση της ασθένειας συνιστώνται τα παρακάτω μέτρα:
Η σήψη των καρπών, προκαλείται από τους μύκητες P. citrophthora, Ρ. parasitica και άλλα είδη του ίδιου γένους. Οι μύκητες αυτοί βρίσκονται στο έδαφος καθ όλη την διάρκεια του έτους και προσβάλλουν τους καρπούς όταν το μόλυσμα μεταφερθεί με σταγόνες νερού
Για τη προστασία των καρπών από το μύκητα συνιστάται ο ψεκασμός του εδάφους γύρω από τη κόμη του δέντρου με χαλκούχα σκευάσματα.
Η ασθένεια προκαλείται από τους μύκητες Penicillium italicum και Penicillium digitatum.
Η μόλυνση των καρπών γίνεται από πληγές που δ
Δημιουργούνται κατά την συγκομιδή ή στη διάρκεια των διαφόρων χειρισμών κατά τη διαλογή και συσκευασία.
Η διαφορά των δύο ασθενειών είναι πέρα από τη διαφορά του χρώματος είναι ότι η πράσινη σήψη σε σχέση με τη μπλε ζαρώνει και κολλάει πάνω στο αντικείμενο που έχουμε τοποθετήσει το καρπό.
Η προστασία του καρπού από τις δύο ασθένειες πραγματοποιείται μετά τη συγκομιδή είτε με εμβάπτιση του καρπού σε διάλυμα εγκεκριμένου μυκητοκτόνου είτε προσθήκη εγκεκριμένου μυκητοκτόνου μέσα στο διάλυμα με κερί που γίνεται επάλειψη του καρπού. Κυρίως τα μυκητοκτόνα που χρησιμοποιούνται στα συσκευαστήρια είναι το thiabendazole, το benomyl, το biphenyl, το SOPP, το imazalil κ.α.
Γιάννης Διβανές
Γεωπόνος MSc
i-CON.SHARE