Η κολοκύθα, γνωστή και ως γλυκοκολοκύθα, είναι συγγενές λαχανικό με το κολοκύθι και καλλιεργείται για τη γλυκιά σάρκα του καρπού της που χρησιμοποιούμε σε πολλές συνταγές μαγειρικής. Καλλιεργείται, επίσης, για τα μεγάλα άνθη της, τους γνωστούς κολοκυθοανθούς, που γίνονται γεμιστά ή τηγανητά. Οι καρποί της κολοκύθας έχουν μεγάλη διατροφική αξία καθώς περιέχουν βιταμίνες, λιπαρά οξέα και καροτενοειδή.
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες κολοκύθας με διάφορα χρώματα εξωτερικού φλοιού από κίτρινο, πορτοκαλί και κόκκινο μέχρι πράσινο και άσπρο, καθώς και διάφορα σχήματα, από στρογγυλό και στενόμακρο, μέχρι οβάλ, σε διάφορα μεγέθη από κολοκύθα 2-3 κιλών μέχρι και 100 κιλών.
Οι περισσότερες ποικιλίες κολοκύθας είναι εδώδιμες, ενώ υπάρχουν και ποικιλίες που καλλιεργoύνται για διακοσμητικούς λόγους όπως η ποικιλία κολοκύθας φλασκιά.
Για να φυτέψουμε πρώιμα μέσα στον Απρίλιο την γλυκοκολοκύθα, ετοιμάζουμε τα νεαρά φυτά κολοκύθας σε ειδικό σπορείο ή να προμηθευόμαστε έτοιμα φυτά που μεταφυτεύουμε.
Οι σπόροι της κολοκύθας για να φυτρώσουν χρειάζονται υψηλές θερμοκρασίες και κατάλληλη σχετική υγρασία. Συγκεκριμένα, φυτρώνουν περίπου σε 10-12 μέρες όταν η θερμοκρασία ανάπτυξης είναι γύρω στους 25°C. Αν θέλουμε να φυτέψουμε οψιμότερα τις κολοκύθες, κατά την εποχή Μαΐου – Ιουνίου που επικρατούν υψηλότερες θερμοκρασίες, μπορούμε να φυτέψουμε τον σπόρο της κολοκύθας απευθείας στο έδαφος σε βάθος 2-4 εκατοστών.
Φυτεύουμε σε αραιές αποστάσεις, καθώς τα φυτά της κολοκύθας έρπουν και αναπτύσσονται πλαγιόκλαδα καταλαμβάνοντας μεγάλο χώρο. Οι ιδανικές αποστάσεις φύτευσης για την κολοκύθα είναι 100-120 εκατοστά μεταξύ των θέσεων φύτευσης και 140-200 εκατοστά μεταξύ των γραμμών φύτευσης.
Η καλλιέργεια της κολοκύθας έχει μεγάλες ανάγκες σε νερό και απαιτεί πότισμα κάθε δυο μέρες την περίοδο της άνοιξης και κάθε μέρα κατά την περίοδο του καλοκαιριού. Στην περίοδο της άνθισης μειώνουμε την συχνότητα του ποτίσματος, για να έχουμε ικανοποιητική καρπόδεση. Ιδανικό σύστημα ποτίσματος για την καλλιέργεια της κολοκύθας είναι το σύστημα των σταγόνων. Κατά το πότισμα, αποφεύγουμε να βρέχουμε το φύλλωμα της κολοκύθας, καθώς συντελεί στην εμφάνιση του μύκητα του ωιδίου.
Όσον αφορά τη λίπανση, ενσωματώνουμε κατά τη φύτευση κομπόστ, καλοχωνεμένη κοπριά και βιολογικό λίπασμα και επαναλαμβάνουμε την προσθήκη πλήρους βιολογικού λιπάσματος, κάθε μήνα.
Αν το φυτό της κολοκύθας έχει πολλή μεγάλη ανάπτυξη βλαστών και δεν δένει καρπούς, κορφολογούμε κόβοντας από την άκρη μερικούς βλαστούς για να βοηθήσουμε την καρπόδεση και παραγωγή καρπών.
Οι ποικιλίες κολοκύθας προσβάλλονται περίπου από τις ίδιες ασθένειες και έντομα που προσβάλλουν το κολοκύθι, ωστόσο είναι αρκετά πιο ανθεκτικές. Συγκεριμένα, η κολοκύθα προσβάλλεται από τα έντομα της μελίγκρας και του αλευρώδη που δημιουργούν μελιτώματα στο φύλλωμα της κολοκύθας, από τον τετράνυχο που ξεραίνει τα φύλλα και από το μύκητα του ωιδίου που δημιουργεί χαρακτηριστικές άσπρες κηλίδες στα φύλλα.
Για την προστασία της κολοκύθας αποφεύγουμε τις πυκνές φυτεύσεις, με αυτό τον τρόπο μειώνουμε την πιθανότητα ανάπτυξης μυκητολογικών και εντομολογικών ασθενειών. Σκονίζουμε με θειάφι γύρω από τη ρίζα και πάνω στο φύλλωμα όταν οι θερμοκρασίες είναι κάτω από 30°C, ενώ παράλληλα ψεκάζουμε τα φυτά της κολοκύθας κάθε 2 βδομάδες με οικολογικό διάλυμα που φτιάχνουμε ανακατεύοντας μία κουταλιά της σούπας πράσινου σαπουνιού και ένα κουταλάκι του γλυκού οινόπνευμα σε ένα λίτρο νερό.
Η κολοκύθα συγκομίζεται μέσα στο φθινόπωρο 4-5 μήνες μετά την φύτευση. Για να διαπιστώσουμε αν η κολοκύθα μας είναι ώριμη, ελέγχουμε αρχικά αν έχει το κατάλληλο χρώμα. Στη συνέχεια κτυπάμε τον καρπό της κολοκύθας με τα δάκτυλα και αν ακούγεται υπόκωφος ήχος, η κολοκύθα μας είναι ώριμη.
Πηγή: mistikakipou.gr