Agravia

Οι Κυριότερες Ασθένειες των Αρωματικών Φυτών

Τα αρωματικά φυτά τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν αυξητική τάση καλλιεργητικής επιλογής. Στο άρθρο μας θα αναφέρουμε τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα αρωματικά φυτά.

Ξεκινώντας από τις ασθένειες εδάφους έχουμε διάφορα εδαφογενή παθογόνα. Οι εδαφογενείς ασθένειες φυτών προκύπτουν συνήθως είτε λόγω των υγρών εδαφών, είτε λόγω της υπεράρδευσης, η οποία επιτείνει το πρόβλημα. Τα φυτά που ασθενούν, εμφανίζουν κηλίδες στο φύλλωμά τους κυρίως στη γραμμή φύτευσης.  Παρουσιάζουν ξαφνικό μαρασμό ή επάκρια καθοδική νέκρωση βλαστών. Στην εξέλιξή της γίνεται σήψη – νέκρωση στην περιοχή λαιμού και ριζών

Αδρομυκώσεις

Οι αδρομυκώσεις οφείλονται σε προσβολή των αγγειωδών ιστών από μύκητες. Τα ασθενή φυτά εκδηλώνουν σε μερικούς βλαστούς ή σ’ολόκληρο το φύλλωμα συμπτώματα μαρασμού και κακής διατροφής που τελικά καταλήγουν στην αποξήρανση κλάδων ή ολόκληρου του φυτού. Σοβαρότερες είναι οι ασθένειες που οφείλονται σε μύκητες των γενών Fusarium και Verticillium.

Οι τρόποι αντιμετώπισης αφορούν κυρίως  τα καλλιεργητικά μέσα όπως :

  • Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού
  • Καλή στράγγιση εδαφών
  • Αποφυγή υπερβολικής χλωριούχου λίπανσης
  • Καλός καθαρισμός των  εργαλείων
  • Αποφυγή επαφής λαιμού με το έδαφος (με πλαστικό  κάλυψη)
  • Επίσης, τρόπος αντιμετώπισης είναι η απολύμανση του εδάφους. Μπορεί να γίνει χημική απολύμανση του εδάφους (για μεγάλες εκτάσεις), έχει όμως δυσμενείς επιδράσεις σε οργανισμούς μη – στόχους και η απολύμανση με ατμό (σε βαριά επιβαρυμένα εδάφη).

Γενικά, θα πρέπει να δίνεται προσοχή στη χρήση υγιούς, πιστοποιημένου υλικού, στον καθαρισμό των εργαλείων, στην επιλογή σχετικά ανθεκτικών ποικιλιών και στην 5ετή αμειψισπορά με μη ξενιστές.

Φυτόπλασμα:

Η ασθένεια αυτή που προσβάλει κυρίως τη λεβάντα, είναι καταστρεπτική για τις καλλιέργειες στη Γαλλία, ενώ πρόσφατα διαπιστώθηκε η παρουσία της και στην Ελλάδα. Πολλές φορές, γίνεται σύγχυση με τα συμπτώματα του παγετού ή της ξηρασίας, ενώ η διάγνωσή της χρειάζεται την συμβολή εργαστηρίου.

Παθογόνο : Candidatus Phytoplasma Solani

Παρουσιάζει ψηλότερη συχνότητα το φθινόπωρο παρά την άνοιξη και στην ποικιλία Levandula angustifolia. Υπάρχει πληθώρα διαφορετικών γενοτύπων με εξειδίκευση σε φυτά λεβάντας. Τα φυτά λεβάντας είναι η κύρια πηγή μολύσματος και προκύπτει από τις ίδιες της φυτείες.

Μεταδίδεται είτε από το πολλαπλασιαστικό υλικό, που είναι ήδη μολυσμένο, είτε από τον τζίτζικα.

Οι τρόποι αντιμετώπισης συνοψίζονται στα εξής :

  • Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού
  • Προστασία νεαρών φυτειών
  • Εκρίζωση και καταστροφή συμπτωματικών φυτών
  • Αντιμετώπιση φορέα

Σεπτορίωση:

Η εκδήλωση της ασθένειας παρουσιάζεται με πολυάριθμες νεκρωτικές κηλίδες κυρίως στα κατώτερα φύλλα, γίνεται εξασθένιση των φυτών και μειώνεται η ανθοφορία (με αποτέλεσμα την μείωση της ποσότητας των αιθέριων ελαίων).

Εκδηλώνεται επίσης, ως βακτηριακή κηλίδωση (καστανόμαυρες κηλίδες) και εμφανίζει νέκρωση του βλαστού.

Τέλος, η φόμοψη έχει μεγάλο χρόνο επώασης (περίπου 1 έτος), γίνεται χλώρωση και μαρασμός νεαρών βλαστών, καθώς και νέκρωση βλαστών αλλά και φυτών.

Τρόποι αντιμετώπισης των ασθενειών φυλλώματος :

  • Καλός αερισμός
  • Αποφυγή άρδευσης με καταιονισμό
  • Καταστροφή προσβεβλημένων υπολειμμάτων

Οι κυριότεροι εντομολογικοί εχθροί είναι:

  • οι ακρίδες (Tettigonia viridissima)
  • «Φούσκα» (Τζιτζίκι, aphrophoridae, lepyronia coleoptrata ).

Οι ακρίδες Tettigonia viridissima είναι πράσινες με μεγάλες κεραίες.

Διαχειμάζει ως αβγό στο έδαφος, τα αβγά εκκολάπτονται και τον Μάιο δαγκώνει το στέλεχος. Οι ακρίδες εμφανίζονται αρχές Μαϊου. Ουσιαστικά, σπάζουν τα ανθικά στελέχη κι αυτά καταστρέφονται.

Για την αντιμετώπισή τους: Διαπιστώνουμε αν υπάρχουν ακρίδες σε γειτονικά μέρη και μετά εμποδίζουμε τη μετακίνηση είτε χρησιμοποιώντας ασβέστη – θειάφι.

Ο ψεκασμός θα πρέπει να γίνεται περιμετρικά της βλάστησης και της φυτείας και ανάλογα την περιοχή στα μέσα ή στα τέλη Μαϊου.

Φούσκα( aphrophoridae, lepyronia coleoptrata) είναι ένα μικρό τζιτζίκι.

Διαχειμάζει ως αβγό. Τα αβγά αποτίθενται στα φυτά και εκκολάπτονται την επόμενη Άνοιξη, πιθανόν τον Μάρτιο.

Τα νεαρά άτομα (προνύμφες) εκκρίνουν σάλιο και καλύπτουν το σώμα τους με αυτό. Βρίσκονται στον βλαστό, κοντά στο έδαφος και μυρίζουν φυτικό χυμό.

Μένουν στα φυτά από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο, μπορούν να είναι φορείς μικροοργανισμών, ενώ απομυζούν το φυτό και ίσως το ξηραίνουν.

Τον Ιούνιο μετακινούνται σε γειτονικά φυτά (ως ενήλικα) κυρίως σιτηρά ή αυτοφυή και παραμένουν εκεί μέχρι Σεπτέμβριο – Οκτώβριο. Στη συνέχεια, επιστρέφουν στα φυτά λεβάντας για να εναποθέσουν τα αβγά τους.

Για την αντιμετώπισή τους: Όταν τα έντομα είναι καλυμμένα με σάλιο, η αντιμετώπιση είναι πολύ δύσκολη. Συνιστάται να γίνεται ένας έντονος ψεκασμός με νερό την άνοιξη, περίοδο εκκόλαψης των αβγών. Συγκεκριμένα, ίσως θα ήταν χρήσιμο να ρίξουμε νερό με μεγάλη πίεση για να διαλυθούν οι Φούσκες, αλλά είναι μια πρακτική δύσκολα εφαρμόσιμη σε μεγάλες εκτάσεις.  Προς το παρόν δεν υπάρχει άλλος ενδεδειγμένος τρόπος.

Η Φούσκα σχετίζεται και με την ξήρανση των φυτών. Αυτό συμβαίνει είτε με την μετάδοση φυτοπαθογόνων βακτηρίων, είτε με την τροφική δραστηριότητα. Επίσης, εναποθέτει τα αβγά στον ξυλώδη ιστό (τρυπάει δηλαδή το ξύλο) κι είναι ένας λόγος που μπορεί να ξηραίνει τα φυτά.

Λέξεις-Κλειδιά:

Παρόμοια άρθρα