Οι επιπτώσεις στην αγορά από την πανδηµία του κορωνοϊού έχουν ήδη φανεί σε πολλούς κλάδους της οικονοµίας, µε τη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων να αποτελεί έναν από αυτούς. Η µεταποίηση νωπών κτηνοτροφικών προϊόντων και τα ποτά «µετρούν», για την ώρα, τις µεγαλύτερες απώλειες από τον Covid 19, σε επίπεδο περιφερειακής βιοµηχανίας, καθώς το σύνολο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτούς τους τοµείς, ήδη καταγράφουν πτώση τζίρου µέχρι και 50%. Θέµατα ανακύπτουν τόσο στη διαδικασία παραγωγής των βιοµηχανικών µονάδων (ελλείψεις σε µάσκες, γάντια κ.α.) όσο και στις εξαγωγές λόγω ελλείψεων σε µεταφορικά µέσα (οδηγοί αρνούνται δροµολόγια).
Στον αντίποδα, αυξηµένη ζήτηση έχουν ορισµένα κηπευτικά, φρούτα, κοµπόστες, επιτραπέζιες ελιές και ελαιόλαδο. Μεταξύ άλλων, η αύξηση της ζήτησης οφείλεται στη διατροφική αξία των φρουτολαχανικών, όπως, πιπεριές, πορτοκάλια και ακτινίδια, λόγω διατροφικής αξίας και τα κονσερβοποιηµένα φρούτα. Σηµειωτέον ότι το γεγονός πως έχουν κλείσει τα κέντρα εστίασης «αναγκάζει» τον κόσµο να µαγειρεύει περισσότερο σπίτι του οπότε αναζητά φρέσκα αγροτικά προϊόντα.+
Κάπως έτσι, στα µπρόκολα π.χ. η τιµή ακολουθεί «ράλι» από τα µέσα της περασµένης εβδοµάδας, λόγω αυξηµένης ζήτησης και περιορισµένης εγχώριας παραγωγής, γράφοντας για τον παραγωγό έως και 1 ευρώ το κιλό. Ανάρπαστα έγιναν φέτος και τα ελληνικά σκόρδα, καθώς η εγχώρια αγορά έκλεισε την πόρτα στο εισαγόµενο από την Κίνα προϊόν και ο συνεταιρισµός Νέας Βύσσας ξεπούλησε ό,τι αποθέµατα είχε το Φεβρουάριο, ενώ ανάλογη καταγράφεται η εικόνα των αποθεµάτων και στον Πλατύκαµπο Λάρισας.
Εν τω µεταξύ, σε αναµµένα κάρβουνα στέκονται όλοι οι εµπλεκόµενοι στην αλυσίδα της παραγωγής, µεταποίησης και διάθεσης του ελληνικού σπαραγγιού. Η έναρξη της φετινής εµπορικής σεζόν του προϊόντος συµπίπτει µε την αύξηση των µέτρων περιορισµού της εξάπλωσης της πανδηµίας κορωνοϊού στην Ευρώπη και γεννά πολλές αβεβαιότητες, που ανά πάσα στιγµή µπορεί να αλλάξουν δραµατικά τα δεδοµένα.
Οι πρώτες επιπτώσεις έχουν γίνει ήδη αισθητές στην τιµή διάθεσης του προϊόντος, η οποία, για την πρώτη ποιότητα σπαραγγιού, κινείται αυτές τις ηµέρες µεν λίγο πάνω από τα 3,5 ευρώ το κιλό, ωστόσο υπολείπεται των προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί από το γεγονός ότι η φετινή παραγωγή είναι πρώιµη κατά περίπου 10 ηµέρες και ως εκ τούτου έχει ανταγωνιστικό προβάδισµα έναντι σπαραγγιών ανταγωνιστριών χωρών. «Το θετικό είναι ότι για την ώρα τουλάχιστον δεν έχουµε πρόβληµα στη διάθεση του σπαραγγιού. Το προϊόν φεύγει έστω και µε µικρές καθυστερήσεις στα µεταφορικά και στις παραδόσεις, λόγω των ελέγχων στα σύνορα όπου είναι ακόµη ανοικτά», επεσήµανε στην Agrenda ο γενικός διευθυντής της ΕΑΣ Καβάλας, Κλέαρχος Σαραντίδης, µέλη της οποίας καλλιεργούν 1.100 στρέµµατα µε σπαράγγια.
Μέχρι και τις αρχές της εβδοµάδας η ΕΑΣ Καβάλας είχε εξάγει περί τους 60 τόνους σπαραγγιών κυρίως στη Γαλλία, αλλά και κάποιες µικρότερες ποσότητες στη Γερµανία και στην Ιταλία, µε τη ζήτηση να εκφράζεται κατά τεκµήριο από τα σούπερ µάρκετ. Τα νερά πάντως είναι πλήρως αχαρτογράφητα και τα πάντα µπορούν ανά πάσα στιγµή να ανατραπούν, καθώς οι αγορές κρέµµονται σε µια κλωστή.
«Ζούµε πρωτόγνωρες καταστάσεις, όπως και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής µας. Έχουµε τις καθυστερήσεις στις παραδόσεις στις ευρωπαϊκές αγορές, οδηγοί δεν δέχονται να πάνε στην Ιταλία, η ζήτηση δεν είναι τόσο ισχυρή, οι τιµές είναι έως και 10% – 15% χαµηλότερες για ξεκίνηµα της σεζόν κι η κάθε µέρα είναι διαφορετική», σηµειώνει από την πλευρά του ο Μιχάλης Ξεκαρφωτάκης πρόεδρος του Συνεταιρισµού Nespar.
Πηγή: agronews.gr