Είναι ο σπουδαιότερος εχθρός της φιστικιάς. Έχει μια γενεά το χρόνο και διαχειμάζει σαν προνύμφη μέσα στους καρπούς που έχουν μείνει στο δένδρο ή έχουν πέσει στο έδαφος. Τα ακμαία βγαίνουν από τους μουμιοποιημένους καρπούς του προηγούμενου έτους, ανοίγοντας με τη γνάθο τους μια οπή. Τα περισσότερα είναι θηλυκά και ωοτοκούν εντός των νέων καρπών τρεις ημέρες μετά την εμφάνισή τους.
Η αντιμετώπιση του εντόμου πραγματοποιείται με παρακολούθηση της γενεάς του. Με το που εξέλθει από το «κουκούλι» του πρέπει να γίνει εφαρμογή εγκεκριμένου φυτοπροστατευτικού σκευάσματος για την εξόντωσή του, έτσι ώστε να μη προλάβουν να προβούν σε ωοτοκία στους καρπούς. Οι ψεκασμοί αυτοί θα πρέπει να επαναλαμβάνονται κάθε 7-10 ημέρες μέχρι να ξυλοποιηθεί το περικάρπιο. Η περίοδος που εμφανίζονται οι πρώτες πτήσεις διαφέρει από περιοχή και χρονιά ανάλογα και τις καιρικές συνθήκες. Οι παραγωγοί πρέπει να παρακολουθούν τις παγίδες.
Εγκεκριμένες δραστικές ουσίες: aluminium silicate (kaolin), deltamethrin, phosmet.
Ο πληθυσμός της ψύλλας, εάν δεν ελεγχθεί εγκαίρως, μπορεί να εξελιχθεί σε υψηλά επίπεδα κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, με αποτέλεσμα την σημαντική εξασθένηση της καλλιέργειας. Συνιστάται στους παραγωγούς να ελέγχουν την καλλιέργειά τους για την πιθανή παρουσία του εντόμου και στην περίπτωση που παρατηρηθούν προσβολές να διενεργηθεί ψεκασμός με ένα εγκεκριμένο φυτοπροστατευτικό εντομοκτόνο για την καλλιέργεια.
Εγκεκριμένες δραστικές ουσίες: aluminium silicate (kaolin), fenoxycarb, paraffin oil/cas 64742-46-7, phosmet, spinetoram, spinosad.
Είναι το κυριότερο ξυλοφάγο έντομο της φιστικιάς και εμφανίζεται την άνοιξη (Απρίλιο – Μάιο). Προσβάλει κυρίως τα εξασθενημένα από διάφορες αιτίες δένδρα. Καταστρέφει τους ξυλοφόρους οφθαλμούς, καθώς και τη νεαρή βλάστηση, ορύσσοντας στοές διατροφής και προκαλώντας ξηράνσεις. Τα ακμαία αρχίζουν να εγκαταλείπουν τις στοές διατροφής όταν το φυτό εισέρχεται σε λήθαργο (τέλος φθινοπώρου – αρχές χειμώνα) και μετακινούνται σε εξασθενημένους ή ημίξερους βλαστούς, ή σε κλάδους εγκαταλελειμμένους στο έδαφος, όπου ορύσσουν στοές αναπαραγωγής και διαχειμάζουν.
Η καταπολέμηση βασίζεται κυρίως σε καλλιεργητικά μέτρα, τα οποία θα πρέπει να εφαρμόζονται σχολαστικά κάθε χρόνο από όλους τους καλλιεργητές μιας περιοχής, για να μη μεταναστεύουν τα έντομα από τα προσβεβλημένα δενδροκομεία στα υγιή.
Γιάννης Διβανές
Γεωπόνος MSc
i-CON.SHARE